Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Εμπιστοσύνη

Είπες πώς δεν θα ξαναπιείς
Κι εγώ σε πίστεψα.
Είπες πώς θα με ερωτευτείς
Κι εγώ σε πίστεψα.
Είπες ότι θα κόψεις το τσιγάρο
Κι εγώ σε πίστεψα
Είπες για εσένα τη ζωή μου θα τζογάρω
Κι εγώ σε πίστεψα.
Μα τίποτα δεν έκανες μωρό μου
κι η εικόνα σου τρώει το μυαλό μου
Τον εαυτό μου λες πώς χάνω
Μα στέκεσαι εκεί απάνω
Και σε κοιτώ με καλοσύνη,
χαμένη μάταια εμπιστοσύνη.

Δεν θα ξαναπιστέψω
μαζί σου μόλις ξεμπερδέψω



Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

Σκέψεις σε χαρτί

Χαμένος μες την παραζάλη
Από αποτσίγαρα κάνω κεφάλι
Κι οι σκέψεις μου με κατατρώνε
Ολέθριες όπως εσύ.
Οι φίλοι μου με έχουν ξεγράψει
Σαν τσάντα που δεν έχω ράψει
Σχέσεις εμπιστοσύνης τρύπιες
Το ένα βράδυ που δεν ήπιες
Εσένα σκέφτομαι έρωτά μου
Σου αφιερώνω τα φιλιά μου
Στην άδεια κάμαρα που γράφω
Στης σκέψης μου τον άδειο τάφο

Και ο καπνός είναι βαρύς,
Αύριο ξυπνώ νωρίς
Μήπως τους δαίμονες μου αφήσω
Και τη ματιά σου αντικρύσω
Θα καθαρίσω την ψυχή μου

Για σένανε πάλι ζωή μου.

Βάζουμε τους εαυτούς μας σε μια διαδικασία θανάτου ελπίζοντας να ζήσουμε…

14/10 Ξημερώματα. Μπερδεμένη βδομάδα σε μια μπερδεμένη ζωή. Πρέπει να βρω αυτό που με εκφράζει. Πρέπει να βοηθήσω τους φίλους μου. Με χρειάζονται. ΔΕΝ πρέπει να απογοητεύσω κανέναν, κυρίως τους γονείς μου. Και τελικά απογοητεύω τους πάντες κι εμένα. Δεν είμαι ευτυχισμένος. Ζω την απόλυτη απάθεια, και με πιάνω σε στιγμές αυτοκριτικής να μετανιώνω που ξοδεύω τη ζωή μου κάνοντας ένα πανέμορφο τίποτα. Και μετά επιστρέφω στην απάθεια, μέχρι κάτι μικρό να με επαναφέρει για λίγο. Δεν ξέρω αν έχω κάποιο πρόβλημα από γεννησιμιού. Είμαι πρακτικά ανίκανος να εφαρμόσω το οτιδήποτε στη ζωή μου, αρκούμε στο να περάσω καλά για 10 λεπτά, χωμένα και χαμένα στην απόλυτη μιζέρια. Ξεχνάω τι σκεφτόμουν και τι αποφάσισα 2 λεπτά πριν, μένω αδρανής και κλαίγομαι για τις αλλαγές που δεν έρχονται. Ακόμα κι αυτή τη στιγμή ξέρω ότι αύριο το πρωί θα είναι σαν να την έζησε κάποιος άλλος. Κι αυτό το πράγμα με κουράζει. Είμαι μόνιμα κουρασμένος και δεν περιμένω να αλλάξει. Κουράστηκα από τη ζωή μου, κουράστηκα να τη ζω, κουράστηκα να μην την ζω. Κούραση που νιώθω στο σώμα μου, δεν το καταλαβαίνει κανείς. Δεν θα αρνηθώ ότι είμαι τεμπέλης, αλλά πλέον δεν έχω ενέργεια ούτε να ξυπνήσω. Ακόμα κι ο ύπνος μου με κουράζει. Και μετά με πιάνω σε στιγμές που γελάω και βγαίνω με τους φίλους μου, που προσπαθώ να γελάσουν κι αυτοί, που προσπαθώ να τους βοηθήσω με ότι τους απασχολεί. Τους αγαπώ πολύ, σπουδαίοι άνθρωποι. Και για λίγο παύω να τα θυμάμαι αυτά όλα, και είναι σαν να μην συνέβησαν και να μην συμβαίνουν. Σιχάθηκα αυτή την διακύμανση, σιχάθηκα είναι η σωστή λέξη για να την περιγράψει. Σιχάθηκα εμένα. Κι όμως αυτό το απαίσιο πράγμα που έχω μετατρέψει την καθημερινότητά μου μού αρέσει.